Η Υπολογιστική Σκέψη αντικείμενο μελέτης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή




Δρ Παναγιώτης Τσιωτάκης
Καθηγητής Πληροφορικής

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θεμελιώδης ικανότητα για τους αυριανούς πολίτες της Ένωσης στην ψηφιακή εποχή είναι η ψηφιακή επάρκεια. Ως ψηφιακή επάρκεια (Digital Competence) ορίζεται η κριτική, δημιουργική και με αυτοπεποίθηση αξιοποίηση των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνιών για την επίτευξη των στόχων που σχετίζονται με την εργασία, την απασχολησιμότητα, τη μάθηση, την ψυχαγωγία, την ένταξη και τη συμμετοχή στα κοινά κ.α. (https://ec.europa.eu/jrc/en/research-topic/learning-and-skills). Θεωρείται δε, ότι μέσα απ’ αυτήν αποκτούνται ευκολότερα άλλες βασικές ικανότητες όπως η γλώσσα, τα μαθηματικά, το να μαθαίνει κανείς πώς να μαθαίνει, η πολιτισμική συνείδηση κ.α.

Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαμέσου του JOINT RESEARCH CENTRE (The European Commission's science and knowledge service) πραγματοποιεί μελέτες σχετικά με την καλλιέργεια των αναγκαίων αυτών ικανοτήτων στην υποχρεωτική εκπαίδευση για τους αυριανούς πολίτες της. Τέτοιο έργο είναι το CompuThink (https://ec.europa.eu/jrc/en/computational-thinking), που εκπονείται από το Institute for Educational Technology of the Italian National Research Council (ITD-CNR) και το European Schoolnet (EUN).
Σκοπός του έργου CompuThink είναι η επισκόπηση των ευρημάτων της βιβλιογραφίας και η διαμόρφωση οδικού χάρτη και πρωτοβουλιών χάραξης εκπαιδευτικής πολιτικής για την ανάπτυξη της Υπολογιστικής Σκέψης ως βασικής ικανότητας στην υποχρεωτική εκπαίδευση (K9 αλλά και Κ12). Στον ιστότοτο του έργου, αναφέρεται ότι η Υπολογιστική Σκέψη (Computational thinking), μπορεί να περιγραφεί και ως “το να σκέφτεται κανείς ως επιστήμονας της πληροφορικής”, η ικανότητα, δηλαδή, να χρησιμοποιούνται έννοιες της επιστήμης των υπολογιστών για τη διατύπωση και την επίλυση προβλημάτων, απαραίτητη ικανότητα όσο η αριθμητική και η ανάγνωση. Παρά τις πρωτοβουλίες που έχουν ληφθεί και το υψηλό ενδιαφέρον για την ανάπτυξή της από τους μαθητές, υπάρχουν μια σειρά από ζητήματα σχετικά με την επιλογή κατάλληλων δραστηριοτήτων στα Προγράμματα Σπουδών αλλά και την επιμόρφωση του εκπαιδευτικού προσωπικού για τη βελτιστοποίηση του αποτελέσματος.

Από την έρευνα του CompuThink, προκύπτει ότι στη βιβλιογραφία αποτυπώνονται δύο βασικές τάσεις σχετικά με την ενσωμάτωση μαθησιακών στόχων και δραστηριοτήτων για την καλλιέργεια ικανοτήτων Υπολογιστικής Σκέψης στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση:
(1) η καλλιέργεια ικανοτήτων στη νέα γενιά, ώστε να μπορούν να σκέφτονται με διαφορετικό τρόπο, να εκφράζονται με ποικίλα μέσα, να αναλύουν και να επιλύουν μεθοδικά προβλήματα καθημερινότητας με διαφορετική προοπτική και
(2) η προώθησή της για την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης, την επιστημονική και επαγγελματική προετοιμασία για πλήρωση θέσεων στον τομέα των ΤΠΕ και την προετοιμασία για το εργασιακό περιβάλλον του μέλλοντος.

Έτσι, δεν μπορεί παρά τα σύγχρονα Προγράμματα Σπουδών Πληροφορικής στην Υποχρεωτική Εκπαίδευση να είναι προσανατολισμένα στην καλλιέργεια δεξιοτήτων, στη συνεργασία, στον πειραματισμό, στην ανάπτυξη της κριτικής και υπολογιστικής σκέψης, της αφαιρετικής σκέψης, της εφευρετικότητας, της αναλυτικής και συνθετικής ικανότητας, της δομημένης επίλυσης προβλημάτων. Με την εφαρμογή γνώσεων και πρακτικών δεξιοτήτων και διαδικασιών, με τη χρήση τεχνολογιών και άλλων πόρων για τη δημιουργία καινοτόμων λύσεων, σε ατομικό και συνεργατικό επίπεδο, οικοδομείται και αναπτύσσεται νέα γνώση, ενισχύεται η κατανόηση αλλά και οι δεξιότητες που απαιτούνται, ώστε οι μαθητές να ανταποκριθούν δημιουργικά στις τρέχουσες και μελλοντικές ανάγκες.
Στο πνεύμα αυτό εκπονήθηκε το νέο Πρόγραμμα Σπουδών Πληροφορικής (Δημοτικού και Γυμνασίου) το 2011, εφαρμόστηκε πιλοτικά 3 έτη με εξαιρετικά θετικές αξιολογήσεις, αλλά δεν αποτέλεσε προτεραιότητα για το ΙΕΠ, όπως εκείνο των Θρησκευτικών.

Την ίδια ώρα που αναπτύσσεται η παραπάνω προβληματική στην Ευρωπαϊκή Ένωση και διερευνώνται οι βέλτιστοι τρόποι ένταξης της Υπολογιστικής Σκέψης στην Υποχρεωτική Εκπαίδευση, μέσα από τα μαθήματα Πληροφορικής ή δράσεις STEM, πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ, με συμμετοχή πλήθους χωρών που έλαβαν μέρος στο PISA [OECD (2015), Students, Computers and Learning: Making the Connection, PISA, OECD Publishing. http://dx.doi.org/10.1787/9789264239555-en ], σχετικά με τις επιδράσεις των ΤΠΕ στα μαθησιακά αποτελέσματα, καταλήγει στο συμπέρασμα της σελίδας 191:
‘’Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι τα σχολεία και τα εκπαιδευτικά συστήματα, σε γενικές γραμμές, δεν είναι έτοιμα να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες της τεχνολογίας. Κενά στις ψηφιακές δεξιότητες τόσο των εκπαιδευτικών όσο και των μαθητών, δυσκολίες στον εντοπισμό ψηφιακών πηγών μάθησης υψηλής ποιότητας μεταξύ πολλών άλλων χαμηλής ποιότητας, έλλειψη σαφήνειας μαθησιακών στόχων, και ανεπαρκής παιδαγωγική προετοιμασία για ουσιαστική εμπλοκή της τεχνολογίας στη μάθηση και στα προγράμματα σπουδών, δημιουργεί ένα χάσμα μεταξύ προσδοκιών και πραγματικότητας. Αν αυτές οι προκλήσεις δεν αντιμετωπιστούν ως μέρος της σχετικής στρατηγικής των σχολείων και των αρχών χάραξης εκπαιδευτικής πολιτικής, η τεχνολογία μπορεί να κάνει περισσότερο κακό παρά καλό στην αλληλεπίδραση μαθητή-δασκάλου που στηρίζει τη βαθιά εννοιολογική κατανόηση και την ανωτέρου επιπέδου σκέψη.
... Αυτό δείχνει ότι η επιτυχής ενσωμάτωση της τεχνολογίας στην εκπαίδευση δεν αποτελεί τόσο θέμα επιλογής συσκευής, καθορισμού ιδανικής ποσότητας χρόνου για τη χρήση της, καλύτερου λογισμικού ή πρόσβασης σε ψηφιακό υλικό. Τα βασικά στοιχεία για την επιτυχία είναι οι εκπαιδευτικοί, η εκπαιδευτική ηγεσία και οι φορείς λήψης αποφάσεων που έχουν το όραμα και την ικανότητα να πραγματοποιήσουν τη σύνδεση μεταξύ των σπουδαστών, των υπολογιστικών συσκευών και της μάθησης.’’

Η εκπαιδευτική ηγεσία της χώρας μας καταβάλλει συνεχείς προσπάθειες την τελευταία 5ετία να αποδείξει ότι δεν μπορεί να αφουγκραστεί και συνεπώς να υιοθετήσει τις νέες εξελίξεις. Έτσι, χάνονται ευκαιρίες να σχεδιαστεί ένα συνεκτικό μάθημα, που θα διατρέχει Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, ένα Ενιαίο Πρόγραμμα Σπουδών Πληροφορικής, με σύγχρονο σχεδιασμό στα πρότυπα της διεθνούς πρακτικής.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η εισήγηση της ομάδας εξορθολογισμού για το μάθημα της Πληροφορικής στο Δημοτικό (Σεπτέμβριος 2016). Το παραδοτέο της ομάδας, που αποτελούνταν από εκπαιδευτικούς λειτουργούς και σχολικούς συμβούλους τόσο πληροφορικής όσο και γενικής αγωγής, “αξιολογήθηκε” (;;) από το ΔΣ του ΙΕΠ και παραμένει, αναιτιολόγητα, στα συρτάρια, μην έχοντας δει -ακόμη- το φως της δημοσιότητας.
Αναμένεται, λοιπόν, η στιγμή που οι υπεύθυνοι για τον εκπαιδευτικό σχεδιασμό στην Ελλάδα θα μπορέσουν να επιδείξουν διορατικότητα, ανοικτότητα οριζόντων και τόλμη, ώστε να δραπετεύσουν από τα συμπεράσματα του ΟΟΣΑ και να δώσουν την ευκαιρία στη νέα γενιά να συμμετάσχει με ίσους όρους στο ιδιαίτερα ανταγωνιστικό περιβάλλον που διαμορφώνεται γύρω της.

If we teach today’s students as we taught yesterday’s, we rob them of tomorrow
John Dewey